...
Περιμένουν ανυπόμονα το
λεωφορείο, ανεβαίνουν γρήγορα τα σκαλιά, σπρώχνονται για να σταθούν. Κάτι
αφήνουν πίσω τους που δεν τους αρέσει.
Αλλά κι αυτό που πάνε να βρουν; Και το μυαλό συνέχεια αλλού. Μια σκάλα από
επόμενα βήματα. Ροκανισμένα σκαλοπάτια καθημερινού προγράμματος. Από ανάγκη,
από συνήθεια. από φόβο.
Μόνο
το χειμώνα είναι λίγο δύσκολα στη στάση. Κρύο, κι εκείνη η αίσθηση ότι το
λεωφορείο μπορεί να μην έρθει ποτέ, κι εγώ να μείνω μόνη μες τη νύχτα, σ’ έναν
έρημο δρόμο χωρίς περαστικούς. Σε μια περιοχή χωρίς γνωστούς. Με κλεισμένες
πόρτες. Και το σπίτι μου πολύ μακριά.
Αυτήν
την ώρα το 58 είναι γεμάτο αλλοδαπές καθαρίστριες. Σε κάθε στάση ανεβαίνουν και
μερικές. Ξεθεωμένες και φτωχοντυμένες, με δάχτυλα και παλάμες σκασμένες από τα
απορρυπαντικά. Με κακοβαμμένα μαλλιά, φτηνό μακιγιάζ που παραπέφτει μες στη
βιασύνη, και μπουφάν από δερματίνη που γυαλίζει σαν καθρέφτης, αγορασμένο από
κάποια λαϊκή.
Απόσπασμα από το μυθιστόρημα ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΑΝΕΜΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου